δυνητικός
Tiếng Hy Lạp
sửaTính từ
sửaδυνητικός (dynitikós) gđ
Biến cách
sửaBiến cách của δυνητικός
số cách \ giống |
số ít | số nhiều | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
giống đực | giống cái | giống trung | giống đực | giống cái | giống trung | |
nom. | δυνητικός • | δυνητική • | δυνητικό • | δυνητικοί • | δυνητικές • | δυνητικά • |
gen. | δυνητικού • | δυνητικής • | δυνητικού • | δυνητικών • | δυνητικών • | δυνητικών • |
acc. | δυνητικό • | δυνητική • | δυνητικό • | δυνητικούς • | δυνητικές • | δυνητικά • |
voc. | δυνητικέ • | δυνητική • | δυνητικό • | δυνητικοί • | δυνητικές • | δυνητικά • |
từ dẫn xuất | So sánh hơn: πιο + dạng khẳng định (v.d. πιο δυνητικός, v.v.) So sánh nhất quan hệ: mạo từ xác định + πιο + dạng khẳng định (v.d. ο πιο δυνητικός, v.v.) |